Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

localiser στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
localiser
λέγεται
λοκαλιζέ
.
localiser
σημαίνει στα ελληνικά
εντοπίζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • localisé / par endroits : κατά τόπους / εντοπισμένος
  • tic localisé : βίαιη κίνηση
  • semis localisé / ensemencement localisé : εντοπισμένη σπορά
  • panne localisée : τοπική βλάβη
  • extraction locale / extraction localisée : τοπική εξαέρωση
  • trempe localisée : τοπική σκλήρυνση
  • trempe localisée / trempe partielle : μερική σβέσις / μερικό σβήσιμο
  • brûlage localisé / brûlage localisé-disséminé : εντοπισμένη καύσις
  • surchauffe locale / effet localisé de surchauffe : τοπική υπερθέρμανση
  • éclairage localisé : εντοπισμένος φωτισμός / φωτισμός περιορισμένου χώρου

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments