Εφαρμογή του

logique στα ελληνικά
logique
λέγεται
λοζίκ
.
logique
σημαίνει στα ελληνικά
λογική / λογικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- logique : λογικός
- logique : λογική
- article / enregistrement logique : Στοιχείο δεδομένων
- logique : λογικές συναρτήσεις
- négation / opération NON : άρνηση
- câble / logique câblée : συρματωμένη λογική
- 1 logique : λογική κατάσταση 1
- 0 logique : λογική κατάσταση 0
- porte / élément logique : λογικό στοιχείο
- FPLA / réseau logique programmable par l'utilisateur : λογικός πίνακας προγραμματιζόμενος από το χρήστη
Subscribe
0 Comments