Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

longévité στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
longévité
λέγεται
λονζεβιτέ
.
longévité
σημαίνει στα ελληνικά
μακροζωία / μακροβιότητα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • longévité : διάρκεια ζωής
  • endurance / longevité à la fatigue : διάρκεια ζωής μέχρι την κόπωση
  • durée utile / durée du coeur : διάρκεια ζωής του πυρήνα αντιδραστήρα
  • risque de longévité : κίνδυνος μακροζωίας
  • risque de longévité en santé : κίνδυνος μακροβιότητας στις ασφαλίσεις υγείας / κίνδυνος μακροβιότητας σε συμβάσεις ασφάλισης ασθενείας
  • exposition indirecte à la longévité : έμμεση έκθεση μακροβιότητας
  • méthode de prédiction de la longévité : διαδικασία πρόβλεψης της διάρκειας ζωής

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments