Εφαρμογή του

lorsque στα ελληνικά
lorsque
λέγεται
λορσκ
.
lorsque
σημαίνει στα ελληνικά
όταν
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- au besoin / selon le cas : όπου αρμόζει
- ... lorsque la décision est définitive ... : ... όταν η απόφαση καταστεί οριστική ...
- signal distinctif lorsque l'appel est accepté : σήμα αποδοχής κλήσης
- ces emprunts ne peuvent être émis que lorsque... : τα δάνεια αυτά δεν είναι δυνατόν να εκδοθούν παρά μόνο...
- se gonfler automatiquement lorsque le navire sombre : φουσκώνω αυτόματα όταν το πλοίο βυθίζεται
- lorsque le prêteur étranger est un établissement financier : όταν ο αλλοδαπός δανειστής είναι χρηματοδοτικός οργανισμός
- lorsque la germination de l'une des phases est privilégiée : όταν ευνοείται η πυρηνοποίηση της μιας εκ των φάσεων
- allongement rémanent de O,2% lorsque la contrainte disparaît : παραμένουσα επιμήκυνση 0,2% μετά την εξάλειψη τάσης
- NE PAS combattre l’incendie lorsque le feu atteint les explosifs. / MUL : ΜΗΝ προσπαθείτε να σβήσετε την πυρκαγιά, όταν η φωτιά πλησιάζει σε εκρηκτικά.
- lorsque plusieurs sections sont susceptibles de revendiquer la compétence : όταν την αρμοδιότητα για ένα θέμα διεκδικούν περισσότερα του ενός τμήματα
Subscribe
0 Comments