Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

lunettes στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
lunettes
λέγεται
λυνέτ
.
lunettes
σημαίνει στα ελληνικά
γυαλιά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • jouet / lunettes : ματογυάλια
  • lunettes : γυαλιά / διόπτρες
  • luminet / aufraise : ευφρασία
  • regard / mouchard : θυρίδα παρατηρήσεως
  • lunette / siège de W.-C : κάθισμα τουαλέτας / κάθισμα αποχωρητηρίου
  • lunette : διόπτρα
  • lunette : δακτύλιος
  • lunette : στρογγυλή οπή
  • lunette / couronne pour étirage profond : δακτυλίδι για βαθύ ελκυσμό
  • luminet / euphraise : ευφρασία η φαρμακευτική

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments