Εφαρμογή του

mac στα ελληνικά
mac
λέγεται
μακ
.
mac
σημαίνει στα ελληνικά
νταβατζής
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- moyens acceptables de conformité / MAC : αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης
- Macao / la région administrative spéciale de Macao : Μακάο / Ειδική Διοικητική Περιοχή Μακάο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας
- MAC / multiplexage analogique des composants : MAC / πολυπλεγμένες αναλογικές συνιστώσες
- MAC / contrôle d'accès au médium : έλεγχος πρόσβασης μέσου
- MAC / MUL : MAC
- MAC / Comité consultatif de gestion : MAC / Συμβουλευτική επιτροπή διαχείρισης
- SIVmac / STLV-IIImac : STLV-IIImac / ιός ανοσοανεπάρκειας του πιθήκου mac
- maquereau / maquereau commun : σκουμπρί
- étude MAC : MACS / μελέτη MAC
- norme B MAC : b-MAC / μέθοδος b-MAC
Subscribe
0 Comments