Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

malsain στα ελληνικά
malsain
λέγεται
μαλσέν
.
malsain
σημαίνει στα ελληνικά
ανθυγιεινός / νοσηρός / ύποπτος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- brique malsaine : ακατάλληλοι οπτόπλινθοι
- mouillage malsain : βυθός με εμπόδια / δυσεπίβολος βυθός
- maladie des tours / maladie des gratte-ciel : σύνδρομο ανθυγιεινής πολυκατοικίας
Subscribe
0 Comments


