Εφαρμογή του

maquette στα ελληνικά
maquette
λέγεται
μακέτ
.
maquette
σημαίνει στα ελληνικά
μακέτα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- maquette : μακέτα, πρότυπο
- design / dessin : σχέδιo
- maquette : μακέττα
- maquette : μακέττα / πρόπλασμα
- maquette : μακέττα / τρισδιάστατη αναπαράσταση
- maquette / modèle réduit : μακέττα / πρόπλασμα
- tracé / cliché : κατάστρωση
- maquette / montage d'essai : Πρωτότυπη κάρτα / πειραματική διάταξη
- maquette : μακέτα / ομοίωμα
- maquette : μακέτα / πρωτότυπο σχέδιο
Subscribe
0 Comments