Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

maroquinerie στα ελληνικά
maroquinerie
λέγεται
μαροκινρί
.
maroquinerie
σημαίνει στα ελληνικά
δερμάτινα είδη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
