Εφαρμογή του

marre στα ελληνικά
marre
λέγεται
μαρ
.
marre
σημαίνει στα ελληνικά
en avoir marre βαρέθηκα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- pâte de marrons : πάστα καστάνων
- purée de marrons : πολτός καστάνων
- confitures, gelées et marmelades de fruits ainsi que la crème de marrons : 1. μαρμελάδες, ζελέδες και μαρμελάδες εσπεριδοειδών καθώς και κρέμα κάστανου 2. γλυκά του κουταλιού, ζελέδες, μαρμελάδες, ...
Subscribe
0 Comments