Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

masculin στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
masculin
λέγεται
μασκυλέν
.
masculin
σημαίνει στα ελληνικά
αρσενικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • mâle / masculin : αρσενικός
  • condom / préservatif : καπότα / προφυλακτικό
  • femme masculine : αρρενωπή γυναίκα
  • emploi masculin : ανδρική απασχόληση
  • bassin masculin / bassin de l'homme : ανδρική πύελος
  • travail masculin : ανδρική εργασία
  • stérilité feminine / stérilité masculine : ανδρική στείρωση / ανικανότητα αναπαραγωγής
  • circoncision masculine : ανδρική περιτομή
  • nuptialité masculine : γαμηλιότητα αρρένων
  • génération masculine : γενεά αρρένων / πατρική γενεά

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments