Εφαρμογή του

massif στα ελληνικά
massif
λέγεται
μασίφ
.
massif
σημαίνει στα ελληνικά
μαζικός / τεράστιος / μασίφ / ατόφιος / αθρόος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- stot / estau : στύλος
- massif : ακράπι
- massif : μασσίφ / συμπαγές σώμα
- massif : συμπαγής μάζα
- CS-ADM / centre de surveillance des ADM : Κέντρο Παρακολούθησης ΟΜΚ / Κέντρο Παρακολούθησης κατά της διάδοσης των ΟΜΚ
- radier / massif de soutènement : στέψη φράγματος
- ADM / arme de destruction massive : ΟΜΚ / όπλο μαζικής καταστροφής
- CLOM / cours en ligne : ανοικτά μαζικά διαδικτυακά μαθήματα
- ZEADM / zone exempte d'armes de destruction massive : ζώνη χωρίς ΟΜΚ / ζώνη απαλλαγμένη από όπλα μαζικής καταστροφής
- MRD / maladie de Rosaï : νόσος Rosaï-Dorfman
Subscribe
0 Comments