Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

mécontentement στα ελληνικά
mécontentement
λέγεται
μεκονταντμάν
.
mécontentement
σημαίνει στα ελληνικά
δυσαρέσκεια
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- la montée des mécontentements : η διόγκωση της δυσαρέσκειας
Subscribe
0 Comments


