Εφαρμογή του

menthe στα ελληνικά
menthe
λέγεται
μαντ
.
menthe
σημαίνει στα ελληνικά
μέντα / δυόσμος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- menthe : μίνθη / διόσμος
- menthe : μέντα / ηδύοσμο
- cataire / menthe de chat : νεπέτα η γατόφιλη / νεπέτα η γαλεόφιλη
- balsamite / menthe coq : βάρσαμο / βάρσανα
- menthe verte : δυόσμος
- menthe poivrée : μέντα η πεπερώδης / ηδύοσμος ο πεπερώδης
- menthe pouliot : ηδύοσμος ο γλήχων
- menthe poivrée : δυόσμος
- menthe aquatique : μέντα η υδροχαρής
- menthe des champs / baume des champs : ηδύοσμος ο αρουραίος
Subscribe
0 Comments