Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

menuiserie στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
menuiserie
λέγεται
μενυιζρί
.
menuiserie
σημαίνει στα ελληνικά
ξυλουργείο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • bois de menuiserie : ξυλουργικό ξύλο / ξύλο ξυλουργικής
  • traverse d'imposte / traverse de menuiserie : διαδοκίς,στρωτήρ
  • bois sec à menuiser / bois sec de menuiserie intérieure : ξηρό ξύλο για ξυλουργική εσωτερικού χώρου
  • menuiseries isolantes / menuiseries isothermes : μονωμένα διάκενα
  • ouvrage de menuiserie : είδος ξυλουργικής
  • menuiserie incorporée : ενσωματωμένη ξυλουργική
  • menuiserie métallique : μικρά μεταλλικά προϊόντα
  • menuiseries exterieures : εξωτερική επεξεργασία ξύλου
  • fabrication en série de pièces de charpentes,de menuiserie et de parquet : παραγωγή σε σειρά δομικών στοιχείων από ξύλο και παρκέτων

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments