Εφαρμογή του

mine στα ελληνικά
mine
λέγεται
μιν
.
mine
σημαίνει στα ελληνικά
όψη / ύφος / νάρκη / ορυχείο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- mine : ορυχείο/μεταλλείο
- mine : λεπτή ράβδος / μύτη μολυβιού
- mine / action de société minière : μετοχή εταιρίας ορυχείου
- mine : στοά
- mine : νάρκη
- CIMT / Campagne internationale contre les mines terrestres : διεθνής εκστρατεία για την απαγόρευση των ναρκών κατά προσωπικού
- raté / mine ratée : αφλογιστία / αποτυχία έκρηξης
- ICEM / Fédération internationale des syndicats des travailleurs de la chimie, de l'énergie et des mines : ICEM / Διεθνής Ομοσπονδία των ενώσεων εργαζομένων στον χημικό, ενεργειακό και μεταλλευτικό τομέα και σε διάφορες βιομηχανίες
- APEF / Association des pays exportateurs de minerai de fer : APEF / Ενωση Χωρών Εξαγωγής Σιδηρομεταλλεύματος
Subscribe
0 Comments