Εφαρμογή του

miniature στα ελληνικά
miniature
λέγεται
μινιατύρ
.
miniature
σημαίνει στα ελληνικά
μινιατούρα / μικρογραφία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- miniature : μικρογραφία
- miniature / mignonette : μικρογραφία μπουκαλιού
- miniaturé : μικρογραφημένος / μινιατουρισμένος
- minirupteur / micro-switch : μικροδιακόπτης
- réseau réduit / réseau miniature : σιδηρόδρομος σε μικρογραφία / σιδηροδρομική γραμμή υπό κλίμακα
- lampe miniature : λαμπτήρας μινιόν
- culot miniature : μινιατούρα / βάση λυχνίας πολύ μικρών διαστάσεων
- train miniature : αμαξοστοιχία υπό κλίμακα
- produit miniature : νανόκαρπο προϊόν
- théâtre miniature : θέατρο σε μικρογραφία
Subscribe
0 Comments