Εφαρμογή του

montage στα ελληνικά
montage
λέγεται
μοντάζ
.
montage
σημαίνει στα ελληνικά
μοντάζ / συναρμολόγηση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- embout / manchon : σημείο σύνδεσης
- montage : μοντάρισμα
- montage / mise en page : σελιδοποίηση
- montage / monture : στήριγμα
- montage : μοντάζ / συρραφή
- montage : ανέγερση
- montage : στερέωση
- montage / aménagement : συναρμολόγηση / στήσιμο γεωτρύπανου
- montage : ιδιοσυσκευή συναρμολογήσεως
- montage : συναρμολόγηση
Subscribe
0 Comments