Εφαρμογή του

moulant στα ελληνικά
moulant
λέγεται
μουλάν
.
moulant
σημαίνει στα ελληνικά
εφαρμοστός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- drapage / skin pack : θερμοσυρρικνωτική περικάλυψη
- drapage / formage sur moule positif : διαμόρφωση σε θετικό καλούπι
- poinçon / partie mâle du moule : εξάρτημα τροφοδοσίας θετικού καλουπιού / εξάρτημα τροφοδοσίας αρσενικού καλουπιού
- moule / mandrin : μήτρα / καλούπι
- crique / fissure : θραύση εν θερμώ
- sommier / plateau porte-moule : πλάκα πιεστηρίου
- mulette / moule de rivière : μύδι των γλυκών νερών
- modiole / moule barbue : μούσουλο / χάβαρο 1
- mulette / moule perlière : μαργαριτοφόρο όστρακο
- unit die / porte-moules interchangeables : θήκη εναλλάξιμων καλουπιών / κλωβός εναλλάξιμων καλουπιών
Subscribe
0 Comments