Εφαρμογή του

mourant στα ελληνικά
mourant
λέγεται
μουράν
.
mourant
σημαίνει στα ελληνικά
ετοιμοθάνατος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- feu fixe / verre mort : σταθερό φως / σταθερός φάρος
- mort-né : θνησιγενές
- déblais / découverte : υπερκείμενα
- mort-né : θνησιγενές / γέννηση νεκρού
- dormant / corps mort : σταθερό πλαίσιο
- EEPROM / mémoire morte modifiable électriquement : EEPROM / ηλεκτρικά αποσβέσιμη προγραμματιζόμενη μνήμη ανάγνωσης μόνο
- mort-né : γεννημένο νεκρό
- bois mort : νεκρό ξύλο
- CD-ROM / disque compact à mémoire morte : CD - ROM / συμπαγής δίσκος με μνήμη μόνο για ανάγνωση
Subscribe
0 Comments