Εφαρμογή του

négoce στα ελληνικά
négoce
λέγεται
νεγκός
.
négoce
σημαίνει στα ελληνικά
εμπόριο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- négoce / commerce : εμπόριο / διαμεσολαβητικό εμπόριο
- ECL / entreprise à consommateur en ligne : B2C / επιχείρηση προς καταναλωτή
- ANGO / Association du négoce des graines oléagineuses, huiles et graisses animales et végétales et leurs dérivés de la CEE : ANGO / Ενωση για το Εμπόριο Ελαιούχων Σπόρων, Ζωικών και Φυτικών Ελαίων και Λιπών, καθώς και των Παραγώγων τους στην ΕΟΚ
- négoce international / commerce international : διεθνές εμπόριο
- ferrailles du negoce / ferrailles du commerce : αγορασμένα σκράπ / αγορασμένα παληοσίδερα
- négoce international : διαμεσολαβητικό εμπόριο
- échange de droits d'émission / échange de quotas d'émission : εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών (Preferred) / διαπραγμάτευση δικαιωμάτων εκπομπών
Subscribe
0 Comments