Εφαρμογή του

neutralisation στα ελληνικά
neutralisation
λέγεται
νετραλιζασιόν
.
neutralisation
σημαίνει στα ελληνικά
εξουδετέρωση
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- neutralisation : εξουδετέρωση / ουδετεροποίηση
- neutralisation : εξουδετέρωση
- neutralisation : αδρανοποίηση
- neutralisation / neutrodynation : εξουδετέρωση / ουδετεροποίηση
- neutralisation : εξουδετέρωση / ουδετεροποίηση ατόμων προσμίξεως
- neutralisation : νεκρό σημείο
- neutralisation : εξουδετέρωση / εξουδετέρωση των οξέων
- EEODN / réseau EEODN : EEODN / Ευρωπαϊκό Δίκτυο Μονάδων Πυροτεχνουργών
Subscribe
0 Comments