Εφαρμογή του

noeud στα ελληνικά
noeud
λέγεται
νε
.
noeud
σημαίνει στα ελληνικά
κόμπος / ρόζος / κόμβος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- noeud / intersection : κόμβος
- noeud : κόμβος
- noeud / bouchon : κόμπος στο ακατέργαστο μαλλί / κόμπος στο ακατέργαστο μετάξι
- noeud : κóμβος
- noeud / point nodal : κόμβος / κομβικό σημείο
- noeud : ρόζος
- noeud : φιόγκος
- noeud / tache de surface : στίγματα κασσιτέρου στην επιφάνεια υαλοπίνακα
- noeud : σημείο ελάχιστου στάσιμου κύματος
Subscribe
0 Comments