Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

non στα ελληνικά
non
λέγεται
νον
.
non
σημαίνει στα ελληνικά
όχι / μη / non plus ούτε
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ONG / organisation non gouvernementale : ΜΚΟ / μη κυβερνητική οργάνωση
- TNP / traité sur la non-prolifération : Συνθήκη περί μη διαδόσεως των πυρηνικών όπλων
- crédits non dissociés / CND : ΜΔιΠ / μη διαχωριζόμενη πίστωση
- NON / bocasse jaune : μη κατευθυντικός ραδιοφάρος
- ANE / acteur non étatique : μη κρατικοί παράγοντες
- MNT / maladie non transmissible : μη μεταδοτικό νόσημα (Preferred) / μη μεταδοτική νόσος
- DNO / dépenses non obligatoires : ΜΥΔ / Μη Υποχρεωτικές Δαπάνες
- Mena / mineur non accompagné : ασυνόδευτος ανήλικος / μη συνοδευόμενος ανήλικος αιτών άσυλο
- UAV / drone : UAV / μη επανδρωμένο αεροσκάφος
Subscribe
0 Comments


