Εφαρμογή του

nord στα ελληνικά
nord
λέγεται
νορ
.
nord
σημαίνει στα ελληνικά
βορράς / βόρειος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- la Corée du Nord / la République populaire démocratique de Corée : ΝΑΤΟ / Βορειοατλαντική Αμυντική Οργάνωση
- CCNA / Conseil de coopération nord-atlantique : Συμβούλιο Βορειοατλαντικής Συνεργασίας
- ALENA / Accord de libre-échange nord-américain : ΒΑΣΕΣ / Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών
- CPANE / NEAFC : NEAFC / Επιτροπή Αλιείας του Βορειοανατολικού Ατλαντικού
- province de la Frontière du Nord-Ouest (Preferred) / NWFP : Επαρχία των βορειοδυτικών συνόρων
- N / Nord : B / Βορράς
- septentrion / nord : βορράς
- "IGC" / Consultations intergouvernementales sur les politiques d'asile, de réfugiés et de migrations en Europe, en Amérique du Nord et en Australie : Διακυβερνητικές διαβουλεύσεις για τις Πολιτικές σχετικά με το Άσυλο, τους Πρόσφυγες και τη Μετανάστευση στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Αυστραλία
- NAC / Conseil de l'Atlantique Nord : Βορειοατλαντικό Συμβούλιο
Subscribe
0 Comments