Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

nourrisson στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
nourrisson
λέγεται
νουρισόν
.
nourrisson
σημαίνει στα ελληνικά
βρέφος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • nourrisson : βρέφος / παιδί που θηλάζει
  • nourrisson / enfant nourri au sein : βρέφος / θηλάζον βρέφος
  • nourrisson : βρέφος που θηλάζει
  • nourrisson : θηλασμός / βρεφικός θηλασμός
  • marasme / atrophie du nourrisson : μαρασμός
  • marasme / hypotrophie du nourrisson : μαρασμός
  • croûte de lait / eczéma infantile : βρεφικό έκζεμα
  • EMSN / syndrome de Dravet : βαριά βρεφική μυοκλονική επιληψία
  • MSIN / mort du berceau : αιφνίδιος θάνατος βρεφών
  • maladie de Leiner / syndrome de Leiner : νόσος του Leiner / αποφολιδωτική ερυθροδερμία των νεογνών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments