Εφαρμογή του

ombre στα ελληνικά
ombre
λέγεται
ονμπρ
.
ombre
σημαίνει στα ελληνικά
σκιά / ίσκιος / αφάνεια
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ombre : θύμαλλος
- ombre / emplacement masqué : περιοχή σκιάς
- ombre : σκιά
- ombre : φωτοσκίαση
- umbra / oumbre : θύμαλος
- ombre / MUL : θύμαλλος
- ombré : μουαρέ
- ombrer : σκιάζω / βάζω σκιές
- masquage / effet d'ombre : σκίασις ράβδου ρυθμίσεως / δυσμενής αλληλεπίδραση ράβδων ρυθμίσεως
- chambre opaque / "bourse de l'ombre" : αδιαφανής δεξαμενή
Subscribe
0 Comments