Εφαρμογή του

orateur στα ελληνικά
orateur
λέγεται
ορατέρ
.
orateur
σημαίνει στα ελληνικά
ρήτορας / ομιλητής
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- orateur : ειδικός αγορητής
- lutrin / pupitre d'orateur : αναλόγιο
- orateur invité : προσκεκλημένος ομιλητής
- liste d'orateurs : κατάλογος αγορητών
- orateur principal : κύριος ομιλητής
- appel aux orateurs / appel aux communications : πρόσκληση για υποβολή ανακοινώσεων
- dysphonie des orateurs : δυσφωνία των κληρικών
- instructions aux orateurs : οδηγίες στους ομιλητές
Subscribe
0 Comments