Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

ordure στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
ordure
λέγεται
ορντύρ
.
ordure
σημαίνει στα ελληνικά
σκουπίδι / απόρριμα / λεχρίτης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • déchet / résidu de consommation : καταναλωτικά απορρίμματα
  • ordures : νεογνά
  • chute VO / colonne de chute : καταπακτή απορριμμάτων
  • combustible dérivé de déchets / combustible de substitution issu de déchets : καύσιμο από απορρίμματα
  • OM / détritus ménagers : σκουπίδια / απορρίμματα
  • BOM / benne à ordures ménagères : βυτίο απορριμμάτων / κάδος απορριμμάτων
  • BOM / benne à ordures ménagères : όχημα συλλογής απορριμμάτων
  • OM / ordure ménagère : οικιακά απορρίμματα
  • seau à ordures : σκουπιδοτενεκές / κάδος σκουπιδιών
  • boîte à ordures : δοχείο απορριμμάτων

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments