Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

organique στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
organique
λέγεται
οργκανίκ
.
organique
σημαίνει στα ελληνικά
οργανικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • vitrorésine / verre organique : διαφανής πλαστική ύλη
  • syntan / produit tannant organique synthétique : συνθετικό οργανικό δεψικό προϊόν
  • sol organique / sols organiques : οργανικόν έδαφος
  • agent de lest / agent de charge : έρμα
  • COVT / carbone organique volatil total : ολικός πτητικός οργανικός άνθρακας
  • LO / loi organique : οργανωτικός νόμος
  • COVNM / composés organiques volatils non méthaniques : Πτητικές οργανικές ενώσεις πλην μεθανίου (ΠΟΕΠΜ)
  • loi organique : οργανικός νόμος
  • vase de marais / limon organique : οργανική ιλύς / τυρφώδης άργιλος

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments