Εφαρμογή του

otage στα ελληνικά
otage
λέγεται
οτάζ
.
otage
σημαίνει στα ελληνικά
όμηρος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- otage : όμηρος
- prise d'otage : περιαγωγή σε ομηρία (Preferred) / αρπαγή και ομηρία
- prise d'otage / prise d'otages : σύλληψη ομήρων
- assurance prise d'otage : ασφάλιση απαγωγής και καταβολής λύτρων
- enlèvement,séquestration et prise d'otage : απαγωγή, παράvoμη κατακράτηση και περιαγωγή σε oμηρία
- Convention internationale contre la prise d'otages : Διεθνής Σύμβαση κατά της συλλήψεως ομήρων
Subscribe
0 Comments