Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

ouvrier στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
ouvrier
λέγεται
ουβριέ
.
ouvrier
σημαίνει στα ελληνικά
εργάτης / εργατικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • ouvrier / ouvrière : εργάτης
  • carreur / ouvrier : φυσητής γυαλιού
  • ouvrier / ouvrier de pieds : κορδονιστής
  • ouvrier / col bleu : εργάτης / χειρώνακτας
  • syndicat ouvrier / organisation syndicale : συνδικαλιστική οργάνωση / συνδικάτο
  • monteur / ouvrier ajusteur : εφαρμοστής / μονταδόρος
  • ouvriers / main d'oeuvre : εργατικό δυναμικό
  • tabatier / ouvrier en tabac : καπνεργάτης
  • écrémeur / ouvrier préposé à l'écrémage : ξαφριστής
  • marqueur / ouvrier marqueur : σημειωτής,σημαδευτής

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments