Εφαρμογή του

pair στα ελληνικά
pair
λέγεται
περ
.
pair
σημαίνει στα ελληνικά
ζυγός / άρτιος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- pair : ζευγάρι / συζυγία
- MAEP / Mécanisme africain d'évaluation par les pairs : αφρικανικός μηχανισμός αξιολόγησης από ομοτίμους
- au pair : στο άρτιο
- deux feux / nombre pair de feux : δύο φανοί / άρτιο πλήθος φανών
- côté pair : γραμμή ανερχόμενων αμαξοστοιχιών
- sens pair : κατεύθυνση ανερχόμενων αμαξοστοιχιών
- deux feux / nombre pair de feux : δύο φανοί / ζυγός αριθμός φανών
- train pair / train montant : ανερχόμενη αμαξοστοιχία / αμαξοστοιχία άρτιου αριθμού
- valeur au pair / montant nominal : ονομαστική αξία
Subscribe
0 Comments