Εφαρμογή του

palier στα ελληνικά
palier
λέγεται
παλιέ
.
palier
σημαίνει στα ελληνικά
πλατύσκαλο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- palier : έδρανο
- palier : μπατάν
- palier : έδρανο / έδρανο άξονος
- palier : έδρανο ελικοφόρου άξονα
- palier : οριζόντιο τμήμα
- palier : πλατύσκαλο
- palier / approche motorisée : προσέγγιση με ισχύ
- palier / arrivée : πλατύσκαλο
- palier / chaise de palier : φωλιά εδράνου
Subscribe
0 Comments