Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

parfaitement στα ελληνικά
parfaitement
λέγεται
παρφετμάν
.
parfaitement
σημαίνει στα ελληνικά
τέλεια / μάλιστα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- émail parfaitement nappé : λείο εφυάλωμα
- vis parfaitement conique : κοχλίας τέλειας κωνικότητας
- plan parfaitement conducteur : ιδανικά αγώγιμο επίπεδο
- surface parfaitement conductrice : ιδανικά αγώγιμη επιφάνεια
- surface parfaitement réfléchissante : ιδανικά ανακλαστική επιφάνεια
- terre plane parfaitement conductrice : ιδανικά αγώγιμη επίπεδη γη
- monnaies parfaitement interchangeables / monnaies parfaitement substituables l'une à l'autre : νομίσματα πλήρως υποκαταστατά μεταξύ τους
Subscribe
0 Comments


