Εφαρμογή του

péage στα ελληνικά
péage
λέγεται
πεάζ
.
péage
σημαίνει στα ελληνικά
διόδια
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- péage : διόδια
- péage : υπό διαμετακόμιση φορτίον
- péage : αυτόματος έλεγχος εισιτηρίων
- télépéage : τηλεδιόδια
- péage urbain : αστικά διόδια
- pont à péage : γέφυρα διοδίων
- route à péage : αυτοκινητόδρομος με διόδια
- péage à jeton / péage à pièce d'argent : περιστρεφόμενη δίοδος ελέγχου
- péage fictif / concession à péage virtuel : σκιώδη διόδια
- poste de péage : τελωνειακός σταθμός
Subscribe
0 Comments