Εφαρμογή του

pêcher στα ελληνικά
pêcher
λέγεται
πεσέ
.
pêcher
σημαίνει στα ελληνικά
ψαρεύω / ξετρυπώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- pêcher : αλιεύω / πραγματοποιώ αλιευτικό ταξίδι
- pêcher : ψαρεύω
- COPACE / Comité des pêches pour l'Atlantique Centre-Est : CECAF / Επιτροπή αλιείας του κεντροανατολικού Ατλαντικού
- CPANE / NEAFC : NEAFC / Επιτροπή Αλιείας του Βορειοανατολικού Ατλαντικού
- pêche / pêcher : ροδακινιά
- DG MARE / DG Affaires maritimes et pêche : Γενική Διεύθυνση Θαλάσσιας Πολιτικής και Αλιείας
- ORGPPS / Organisation régionale de gestion des pêches du Pacifique Sud : SPRFMO / Περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας του νοτίου Ειρηνικού
- Organisation des pêches de l'Atlantique Sud-Est / OPASE : SEAFO / Οργάνωση αλιείας νοτιοανατολικού Ατλαντικού
- AECP / Agence européenne de contrôle des pêches : Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας / EFCA
- accord relatif aux pêches dans le sud de l'océan Indien / SIOFA : SIOFA / Αλιευτική συμφωνία του νοτίου Ινδικού Ωκεανού
Subscribe
0 Comments