Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

pénurie στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
pénurie
λέγεται
πενυρί
.
pénurie
σημαίνει στα ελληνικά
έλλειψη / πενία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • pénurie d'eau / rareté de l'eau : λειψυδρία / έλλειψη νερού
  • pénurie de crédit  (Preferred) / crise du crédit : πιστωτική ασφυξία  (Preferred)
  • manque de bras / manque de main d'oeuvre : έλλειψη εργατικού δυναμικού
  • pénurie de cale / pénurie de tonnage : έλλειψη χωρητικότητας
  • clause de pénurie : ρήτρα ελλείψεως
  • manque de logements / pénurie de logement : κρίση στέγης / έλλειψη στέγης
  • déficit de compétence : έλλειψη δεξιοτήτων
  • pénurie de compétences / pénurie de main d'œuvre qualifiée : έλλειψη δεξιοτήτων
  • besoin de refinancement / insuffisance de liquidité : έλλειμμα ρευστότητας
  • pénurie de main-d'oeuvre : έλλειψη εργατικού δυναμικού

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments