Εφαρμογή του

perdant στα ελληνικά
perdant
λέγεται
περντάν
.
perdant
σημαίνει στα ελληνικά
χασούρης / χαμένος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- jusant / reflux : άμπωτις / κατιούσα παλίρροια
- abandon / drop-out : εγκατάλειψη θεραπείας
- APVP / années potentielles de vie perdues : χαμένα έτη αναμενόμενης ζωής / δυνητικώς απολεσθέντα έτη ζωής
- PERD / programme européen de reconstruction et de développement : EPRD / Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης
- PERD / Programme européen pour la reconstruction et le développement en Afrique du Sud : ΕΠΑΑ / Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη στη Νότιο Αφρική
- eau perdue : ύδωρ διαφυγών
- verre perdu / bouteille perdue : φιάλη μιας χρήσης / φιάλη μιας χρήσεως
- titre adiré / titre perdu : χαμένος τίτλος
- point perdu : πρόσκαιρη στάση
- appel perdu : απολλύμενη κλήση
Subscribe
0 Comments