Εφαρμογή του

pick-up στα ελληνικά
pick-up
λέγεται
πικέπ
.
pick-up
σημαίνει στα ελληνικά
φορτηγάκι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- pick-up / ramasseur : συλλέκτης / όργανο συλλογής
- pick-up / tambour ramasseur : συλλεκτικό τύμπανο
- pick-up : ημιφορτηγό / μικρό φορτηγό αυτοκίνητο
- pick-up / tambour ramasseur : τύμπανο συλλογής / συλλεκτικό τύμπανο
- pick-up balers / presse-ramasseuse : χορτο-συλλεκτο-δετική μηχανή
- pick-up escamotable : βυθιζόμενο συλλεκτικό στοιχείο
- pick-up de phonographe : πικ-απ γραμμοφώνου
- râteau pick-up de ramasseuse-botteleuse : τσουγγράνα περισυλλογής για μηχάνημα περισυλλογής-δερματοποίησης
- pick-up de la tension artérielle de Boucke-Brecht : καταγραφέας τόνου σφυγμού BOUCKE-BRECHT
Subscribe
0 Comments