Εφαρμογή του

pirouette στα ελληνικά
pirouette
λέγεται
πιρουέτ
.
pirouette
σημαίνει στα ελληνικά
κωλοτούμπα / περιστροφή
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- toupie / pirouette : μηχανή για προξήρανση χόρτου / περιστροφική ξηραντική μηχανή χόρτου
Subscribe
0 Comments