Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

piston στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
piston
λέγεται
πιστόν
.
piston
σημαίνει στα ελληνικά
πιστόνι / ρουσφέτι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • piston / plongeur : έμβολο σε ρυθμιζόμενο βραχυκύκλωμα
  • piston : έμβολον
  • furet / piston : αποξέστης
  • saxhorn / bugle à pistons : σαξοκόρνα
  • clip / circlip : ελατήριο ελέγχου / ελατήριο τέρματος
  • vis-piston : κοχλίας-έμβολο
  • glissement / signe du piston : ευκινησία της κεφαλής του μηριαίου οστού
  • caliper pig / piston détecteur-enregistreur de déformations géométriques : εσωτερικό παχυμετρικό έμβολο
  • piston-valve : έμβολο-βαλβίδα

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments