Εφαρμογή του

plafond στα ελληνικά
plafond
λέγεται
πλαφόν
.
plafond
σημαίνει στα ελληνικά
ταβάνι / οροφή / ανώτατο όριο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- plafond / plafond nuageux : ύψος βάσης νέφους / μέτρο βάσης νέφους
- plafond : οροφή
- plafond / contingent : ποσόστωση
- plafond : οροφή / ταβάνι
- plafond : οροφή / ανώτατο όριο
- entrait / solive de plafond : σαϊτα / ταμπάνι
- corniche / moulure de plafond : κορωνίς / κορνίζα θριγκός
- VLEP/P : ανώτερη οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης
- renvoi / renvoi de plafond : αυτάτρακτος / ενδιάμεση άτρακτος
Subscribe
0 Comments