Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

plastique στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
plastique
λέγεται
πλαστίκ
.
plastique
σημαίνει στα ελληνικά
πλαστικό
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • plastique / matières plastiques : Πλαστικό / πλαστική
  • plastique : πλαστικό
  • boudineur / opérateur de contrôle(L) : χειριστής μηχανής εξελάσεως πλαστικών
  • rémanence / déformation plastique : πλαστική παραμόρφωση / πλαστική παραμόρφωσις
  • calandreur / opérateur de contrôle(L) : χειριστής καλάντρας πλαστικών
  • gonflement / gonflement de la mousse : διόγκωση / διόγκωση αφρού
  • plasticité / état plastique : κατάσταση πλαστικότητας
  • Fechiplast / association des transformateurs de matières plastiques : Fechiplast / ένωση επεξεργαστών πλαστικών υλών
  • tube souple / Tube déformable : εύκαμπτο σωληνάριο / εύκαμπτος πλαστικός σωλήνας
  • régule / babbitt : αντιτριβικό μέταλλο

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments