Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

pléthorique στα ελληνικά
pléthorique
λέγεται
πλετορίκ
.
pléthorique
σημαίνει στα ελληνικά
πληθωρικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
