Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

pois στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
pois
λέγεται
πουά
.
pois
σημαίνει στα ελληνικά
petits pois αρακάς / pois chiche ρεβίθι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • pois : μπιζέλι
  • pois : μπιζέλια
  • pois : πίσο / μπιζέλι
  • haricot dolique / pois yeux noirs : βίγνα η σινική / δόλιχος η σινική
  • jicama / pois-patate : γλυκοφάσουλο / παχύρριζος ο βολβόρριζος
  • bruche / bruche des pois chiches : βρούχος ρεβυθιών
  • voandzou / pois bambara : βοάνδζεια η υπόγειος
  • pisaille / pois gris : πίσον το αρουραίον
  • pois velu / pois à gratter : μουκούνα η κνιδώδης
  • pois ridé : πίσο το πτυχωτό

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments