Εφαρμογή του

potager στα ελληνικά
potager
λέγεται
ποταζέ
.
potager
σημαίνει στα ελληνικά
λαχανόκηπος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- potager / jardin potager : περιβόλια / λαχανόκηπος
- navet / navets potagers : ρέβα / γογγύλι
- lait d'âne / laiteron lisse : ζωχός / σόγχος ο λαχανώδης
- pois lisse / petits-pois : μπιζέλι λείο / πίσο με κέλυφος
- fines herbes / herbes potagères : φυτά καρυκευτικά / φυτά μαγειρεύματος
- betterave rouge / betterave potagère : εδώδιμα τεύτλα / τεύτλα για σαλάτα
- choux potagers : φαγώσιμα λάχανα
- corète potagère / mauves des juifs : γιούτα με μακρυά περικάρπια
- tipule potagère : σίλφη η κοινή / σίλφη η κηπευτική
- punaise du chou / punaise potagère : βρωμούσα των λαχάνων
Subscribe
0 Comments