Εφαρμογή του

précis στα ελληνικά
précis
λέγεται
πρεσί
.
précis
σημαίνει στα ελληνικά
ακριβής / σαφής / εύστοχος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- précis : σύνοψη
- accord fin / accord précis : λεπτός συντονισμός / συντονισμός ακριβείας
- position vraie / centrage précis : αληθής θέση
- longueur précise : ακριβές μήκος
- approche classique / approche non précise : μη ακριβής προσέγγιση / προσέγγιση μη ακριβείας
- recherche de base / recherche fondamentale : βασική έρευνα
- réglage fonctionnel / réglage fonctionnel précis : λειτουργική μικρορύθμιση
- synchronisation précise : ιδανικός συγχρονισμός
- mise en parallèle précise : ιδανικός παραλληλισμός
- rectangle à échelle précise : ορθογώνιο συγκεκριμένης κλίμακας
Subscribe
0 Comments