Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

preuve στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
preuve
λέγεται
πρεβ
.
preuve
σημαίνει στα ελληνικά
απόδειξη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • preuve / mode de preuve : αποδεικτικό μέσον
  • preuve / élément de preuve : αποδεικτικό στοιχείο
  • preuve / pièce d'exposition : έκθεμα/αποδεικτικό στοιχείο
  • essai / preuve : ανιχνευτήρας
  • preuve / démonstration : απόδειξη
  • R40 / effet cancérogène suspecté - preuves insuffisantes : Ρ40 / πιθανοί κίνδυνοι μονίμων επιδράσεων
  • preuve de concept / validation de principe : απόδειξη αρχών
  • POM / preuve d’adéquation : απόδειξη εναρμόνισης
  • charge(s) / preuve à charge : ενοχοποιητικά στοιχεία
  • instruction / réception des témoignages : αποδεικτική διαδικασία

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments