Εφαρμογή του

procédé στα ελληνικά
procédé
λέγεται
προσεντέ
.
procédé
σημαίνει στα ελληνικά
τρόπος / διαδικασία / μέθοδος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- paraphe : μονογράφηση
- procédé : διεργασία
- méthode / procédé : μέθοδος
- procédé / processus : διεργασία
- procédé / processus : διεργασία
- preuve / mode de preuve : αποδεικτικό μέσον
- pyrolyse / procédé pyrolitique : πυρόλυση / διεργασία πυρολυτική
- trempage / procédé au trempé : επένδυση με εμβάπτιση
- rasage / procédé de rasage : απόξεση με κύλιση
- barffing / procédé Bower-Barff : μέθοδος Bower-Barff
Subscribe
0 Comments